Η Ιερά Μονή Παναγίας Φανερωμένης Ιεράπετρας, γνωστή και ως «Παναγία Γουρνιών», βρίσκεται κτισμένη στην πλαγιά βουνού παραφυάδας της Δίκτης, νοτιοδυτικά της Παχείας Άμμου του Δήμου Ιεράπετρας πάνω από την Μινωϊκή πόλη Γουρνιά και σε υψόμετρο 540 μέτρων. Από τη Μονή εκτείνεται σε πανοραμική άποψη η πόλη του Αγίου Νικολάου και ο όμορφος κόλπος του Μεραμβέλλου με τις γραφικές ακτές και τα νησάκιά του.

Για το ακριβές έτος οικοδόμησης της Μονής δεν υπάρχει καμμιά κτητορική η άλλη επιγραφή. Διατηρούνται μόνο νεώτερες επιγραφές που αναφέρονται σε οικοδομικές εργασίες που έγιναν τον 19ο αιώνα, αν και το σημερινό κτιριακό συγκρότημα, σύμφωνα με την αρχιτεκτονική του, αποτελεί μάλλον κτίσμα του 16ου αιώνα, εποχή των συχνών ληστρικών επιδρομών των Τούρκων στα βόρεια παράλια της μεγαλονήσου. Το ακριβές έτος ίδρυσης της Μονής δεν είναι γνωστό. Συμφωνα, όμως, με όλες τις ιστορικές πηγές και τις χρονολογικές ενδείξεις το Μοναστήρι πιθανόν ιδρύθηκε κατά τη νεοβυζαντινή περίοδο (961-1204), νωρίτερα δηλαδή από την κατάληψη της Κρήτης από τους Ενετούς το έτος 1211.

Το Καθολικό της Μονής έχει κτιστεί μέσα σε κοίλωμα υπερκείμενου μεγάλου βράχου, σε μια σπηλιά, είναι κατάγραφο και είναι αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου και τη Ζωοδόχο Πηγή. Το Iερό επικοινωνεί με άλλο σπήλαιο. Εκεί συγκεντρώνεται από τριχοειδείς επιφάνειες νερό, το οποίο λαμβάνουν οι πιστοί ως αγιασμό. Σύμφωνα με την παράδοση μέσα στο σπηλαιώδη ναό του Καθολικού της Μονής φανερώθηκε η εικόνα της Θεοτόκου σε κάποιο βοσκό γι΄ αυτό και το Μοναστήρι ονομάστηκε Παναγία Φανερωμένη. Συγκεκριμένα, αυτός ο βοσκός έχανε καθημερινά τον οδηγό (τον μπροστάρη) του κοπαδιού του τις ώρες του μεσημεριού. Μια μέρα αποφάσισε να αφήσει το κοπάδι και να παρατηρήσει τον κρύο, ο οποίος πήγε σε απόρρωγο βράχο από τον οποίο έρρεε λίγο νερό και έπινε. Πλησίασε και βρήκε εκεί την εικόνα της Θεοτόκου. Όταν, όμως, την πήρε μαζί του και την έβαλε στο σακκίδιο του με σκοπό να τη φέρει στη στάνη, η εικόνα εξαφανίστηκε. Την επόμενη μέρα ο βοσκός ήλθε πάλι στο ίδιο μέρος και βρήκε την εικόνα. Αυτό επαναλήφθηκε αρκετές φορές, μέχρι που ο βοσκός βεβαιώθηκε ότι η εικόνα επέστρεφε πάντα στο σημείο που βρέθηκε, γι’ αυτό και την άφησε στη θέση της, όπου σιγά σιγά κτίστηκε η Μονή. Η ίδια η εικόνα κατά περιόδους, ιδιαίτερα τον δεκαπενταύγουστο και τις άλλες θεομητορικές εορτές, επανεμφανίζεται στους πιστούς και κατά μυστηριώδη τρόπο πάλι χάνεται.

Όμως πέρα από ιερό προσκύνημα και θρησκευτικό καύχημα ολόκληρης της Ανατολικής Κρήτης, αποτελεί και ένα ιστορικό μοναστήρι, όπου κατέφευγαν για προστασία και ενδυνάμωση οι Κρήτες επαναστάτες στα δύσκολα χρόνια της ενετικής και τουρκικής υποδούλωσης. Τον αμυντικό χαρακτήρα του Μοναστηριού αποδεικνύουν περίτρανα η οχυρή θέση και η φρουριακή μορφή του. Μάλιστα, διασώζονται ακόμη επάλξεις και πολεμίστρες στους χώρους του φρουριακού συγκροτήματος της Μονής, όπως και τα περισσότερα μοναστήρια που κτίστηκαν την ίδια περίοδο.